Γλαφυρές περιγραφές
άγνωστων λεπτομερειών
από τη ζωή του Φίλιππου Β’
«Αγόρι–αγόρι! Να σας ζήσει!». Ήταν περί το 386 π.Χ.. Ο Αμύντας στράβωσε την μούρη του, διότι είχε κι άλλους γιους κι είχε βαρεθεί να δίνει σακουλάκια με χρυσό κάθε φορά που είχαν γεννητούρια, οπότε είχε ξαναδεί το εργάκι με πολλές νοσοκόμες να παρελαύνουν με ύφος νικητή, λες και είχαν συμμε- τάσχει εκείνες στην κατασκευή του μωρού. Ένα «να σας ζήσει ο γιος» στο στόμα και χέρι απλωμένο σαν φτυάρι. «Ασφαλώς και θα μου ζήσει κι αυτό το σκασμένο, όπως τα προηγούμενα. Θα μου φάει το καταπέτασμα και θα μου ζήσει». |
Το μωρό, ο Φίλιππος ο Βήτας, ξαπλωμένο στην αγκαλιά της μαμάς του Ευρυδίκης, δεν είχε ιδέα για το τι τραβούσαν οι μεγάλοι. Κοιμόταν ήσυχο. Ξυπνούσε μόνο για να φάει και ξανακοιμόταν. Έτσι μεγάλωνε ο μικρός Φίλιππος μαζί με τους αδελφούς του, οι οποίοι δεν του έδιναν και πολλή σημασία, πράγμα καθόλου συνετό, όπως έδειξε αργότερα η Ιστορία.
Ο μικρός Φίλιππος έδειξε από νωρίς τον ατίθασο χαρακτήρα του. Επρόκειτο για ένα μικρό κάθαρμα. Έκανε παρέα με τα παλιόπαιδα της γειτονιάς, σημάδευε σπουργίτια με τη σφεντόνα του, έσπαγε τζάμια με την μπάλα, τράβαγε τις κοτσίδες των κοριτσιών, έκλεβε μήλα από τον κήπο του γείτονα …τέτοια.
Η αλήθεια είναι, ότι είχε πολλά ψυχικά τραύματα από την παιδική του ηλικία, αφού δολοφονήθηκε ο πατέρας του και ο αδελφός του Αλεξανδρος Βήτας. Πίσω από τις δολοφονίες ήταν η μητέρα του. Τα γεγονότα αυτά διαμόρφωσαν έναν επιθετικό χαρακτήρα, απότομο, ασταθή, με ροπή προς το ποτό και τις ηδονές (γυναίκες και όχι μόνο).
Παιδικά χρόνια
Η μητέρα του Ευρυδίκη ─γιαγιά του Μ. Αλέξανδρου─ ήταν ιλλυρικής καταγωγής. Προερχόταν από τη φατρία των λυγκηστών. Επρόκειτο για γυναίκα φιλόδοξη και ανήθικη, που δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτα. Προς ικανοποίηση των προσωπικών της φιλοδοξιών οργάνωσε τη δολοφονία του άντρα της Αμύντα και κατόπιν τη δολοφονία του πρωτότοκου γιου της Αλέξανδρου Βήτα και συνήψε ερωτικές σχέσεις με τον δολοφόνο του Πτολεμαίο, ο οποίος παντρεύτηκε την κόρη της και αδελφή του Φίλιππου, Ευρυνόη.
Μιας και ο μικρός Φίλιππος ήταν ατίθασος και με το ξύλο και τις τιμωρίες δεν γινόταν τίποτα, είπαν να το μαντρώσουν το βρωμόπαιδο σε ένα κολλέγιο στο εξωτερικό, για να το συμμαζέψουν, γιατί αλλιώς θα το μάζευαν από τα αναμορφωτήρια. Δεκαπέντε χρονών λοιπόν, να τος ο Φίλιππας ο Βήτας όμηρος στην Θήβα.
Η Θήβα αποδείχτηκε μεγάλο σχολείο γι’ αυτόν. Κατάλαβε πολύ νωρίς πώς θα μπορούσε να κάνει τις σκανταλιές του και όχι μόνο να μην τον μαλώνουν, μα να του λένε και «μπράβο» από πάνω χρησιμοποιώντας ένα υποχρεωτικό μάθημα του «κολλεγίου»: τη Στρατιωτική Τέχνη! Πήρε κι ένα μάθημα επιλογής, την Ιστορία. Τα πήγε πάρα πολύ καλά, το μπαγάσικο. Του έκοβε κι όλας. Πολύ! Μόνο στη Φιλοσοφία δεν τα πήγαινε καλά.
|
Ενηλικίωση
Ο Φίλιππος γύρισε γρήγορα στη Μακεδονία, όπου μετά την δολοφονία του Πτολεμαίου, ο πρεσβύτερος αδελφός του ο Περδίκκας ο Γάμας, που ανέλαβε εν τω μεταξύ την κυβέρνηση, τον έβαλε διοικητή μιας επαρχίας, για να μην του σκοτίζει τον έρωτα. Εκεί ο μικρός διέπρεψε.
Μετ΄ολίγον, του Περδίκκα του ΄τυχε ένα ξαφνικό και σκοτώθηκε. Έπεσε πάνω σε κάτι αιχμηρά κατά την διάρκεια μιας εκστρατείας. Ο Περδίκκας πάει κατ΄ανέμου λοιπόν, αφήνοντας ορφανό το ανήλικο παιδί του, τον Αμύντα τον Δέλτα, οπότε και ανέλαβε την αντιβασιλεία ο θείος Φίλιππος. Στην ουσία βέβαια, αυτός ήταν ο κυβερνήτης.
Εκεί, ως κηδεμόνας, φάνηκε ξεκάθαρα πόσο ικανός πολιτικός, κυβερνήτης και στρατηγός ήταν. Βολεύτηκε τόσο πολύ σε αυτό τον ανατομικό θρόνο (τότε ήταν, που έκαναν την εμφάνισή τους τα ανατομικά προϊόντα και βεβαίως ξεκίνησαν από τους θρόνους), ώστε έκατσε σε αυτόν για εικοσιτρία χρόνια.
Όταν έκανε το λάθος ο Αμύντας και μεγάλωσε, ο Φίλιππος δεν τον σκότωσε γι’ αυτό, μα του την χάρισε, αλλά ρίχνοντάς του μια πατρική αγκωνιά, του είπε: «Που να τρέχεις εσύ τώρα ν΄ ανακατεύεσαι με αυτά τα αποβράσματα παιδί μου, άσε εμένα που ξέρω και τους κουλαντρίζω, άντε βρε τυχερέ και θα σου δώσω την μονάκριβη εκ των πέντε που έχω κορούλα μου για γυναίκα σου». Ο νεαρός Αμύντας ο Δέλτας κατάλαβε, πως αν δεν ακολουθούσε τις «πατρικές» συμβουλές του θείου σύντομα θα συναντούσε το δικό του μπαμπά και σου λέει: «Θα κάτσω να χάσω ό,τι πολυτιμότερο έχω, τον λαιμό μου, για το κωλο-οικόπεδο; Ασ΄ τον να τραβάει τα μαλλιά του, μιας και του αρέσει».
Ξεκαθαρίσματα
Ο Φίλιππας ο Βήτας κατ΄ αρχήν ξεκαθάρισε την κατάσταση στο εσωτερικό βγάζοντας από τη μέση τους αντιπάλους του. Όπως ήταν φυσικό, υπήρχαν πολλοί μνηστήρες για το θρόνο και κυρίως οι τρεις ετεροθαλείς αδελφοί του. Απ’ αυτούς δολοφονήθηκε ο Αρχέλαος πρώτος–πρώτος, ενώ οι άλλοι δύο, ο Αρριδαίος και ο Μενέλαος μόλις που πρόλαβαν να την κάνουν. Δραπέτευσαν και γλύτωσαν. Όχι για πολύ όμως. Τους συνέλαβαν μετά την άλωση της Ολύνθου και... να ‘ταν κι άλλοι.
Μετά, άρχισε να κοιτάζει τους γύρω–γύρω. Τη γειτονιά. Στους παίονες έδωσε δώρα κι έφυγαν. Πάνε κι αυτοί. Οι ιλλυριοί του είχαν ζητήσει ειρήνη και προίκα όμως, τη Βόρεια Μακεδονία. Τους έδωσε μια σφαλιάρα λοιπόν, για να μάθουν αφ΄ ενός να μην ζητάνε προίκες και αηδίες κι αφ΄ ετέρου να λένε, ότι είναι υπεράνω. Αναγνώρισαν λοιπόν οι ιλλυριοί ως σύνορά τους την Λυχνίτιδα λίμνη και πάνε κι αυτοί, αποτραβήχτηκαν στα κρύα μέρη. Είχαν όμως και κάτι καυγάδες με τους μολοσσούς της Ηπείρου.
Ο Φίλιππος αποφάσισε να κολακεύσει τους μολοσσούς, ε, δεν γινόταν να τσακώνεται με όλους κι ένα βράδυ γνωρίστηκε με την Ολυμπιάδα. Όχι τυχαίο κορίτσι κοπτοραπτού-μηχανικού του μεροκάματου ─ πριγκίπισσα ήταν! Είχε τρόπους, μαλλί χτενισμένο και ρούχα του Κριστιάν Ντιόρ της εποχής. Την πήγε βόλτα κατά τις πρασινάδες, της ψιθύρισε και κάτι πονηρά στο αυτί, λιώμα η πριγκίπισσα.
Παντρεύτηκε λοιπόν την Ολυμπιάδα (λόγω θέσης του κοριτσιού δεν γινόταν να το σέρνει αρραβωνιασμένο κανά τριάρι χρόνια), κόρη του Νεοπτόλεμου του Άλφα. Αυτή έγινε αργότερα μαμά του γνωστού Αλέξανδρου και της άσημης αδελφής του Κλεοπάτρας. Με αυτό το συνοικέσιο προσάρτησε την Τυμφαία στην Άνω Μακεδονία. Φίλοι και συγγενείς λοιπόν, οι μολοσσοί. Αυτήν την Ολυμπιάδα ήταν η μοναδική από τις γυναίκες και τους άνδρες του, που την είπε «βασίλισσα», άρα τότε, μάλλον δεν έπαιζες με τους μολοσσούς.
Κατόπιν, ο Φίλιππος εξαγόρασε τον θράκα Βερισάδη δίνοντάς του πολύ χρυσάφι, για να μην του σκοτίζει τον έρωτα. Έμεινε με έναν υπολογίσιμο αντίπαλο μόνο, τον Αργαίο, ο οποίος είχε την υποστήριξη των αθηναίων. Ο Αργαίος, νομίζοντας ότι είναι υπολογίσιμος αντίπαλος (βλακεία του) ξεκίνησε για να επιτεθεί στις Αιγές, την παλιά πρωτεύουσα της Μακεδονίας με μερικούς μισθοφόρους και αθηναίους εθελοντές θεωρώντας, ότι θα βρει υποστηρικτές εκεί, αφού απ΄ όσο θυμόταν, υπήρχαν τριβές και συνωμοσίες. Φιλοδοξούσε να την κατακτήσει για λογαριασμό των αθηναίων.
Ναι, αλλά αυτό ήταν πριν αναλάβει ο Φίλιππος Βήτας, που τους είχε πει «ή κάνετε αγάπες μεταξύ σας ή σας κόβω τον…». Ε, κάνανε αγάπες. Το έκανε όμως λάθος ο Αργαίος, διότι δεν διάβαζε εφημερίδες και δεν μάθαινε τα νέα. Δεν τον δέχτηκαν καλά, ούτε γλυκό δεν τον κέρασαν κι αναγκάστηκε να πάρει το δρόμο της επιστροφής. Καθ΄ οδόν τον πέτυχε ο Φίλιππος, του έριξε μια σφαλιάρα, ζαλίστηκε ο Αργαίος και αναγκάστηκε να παραδοθεί (τέλος 359 π.Χ.). Ο Φίλιππος μάζεψε αιχμαλώτους κάτι αθηναίους εκεί, αλλά τους απελευθέρωσε, μην τους ταΐζει κι όλας και χωρίς να ζητήσει λύτρα για να κολακεύσει τους αθηναίους, επειδή ήταν ακόμη υπολογίσιμη δύναμη (βλακεία του). Υπόγραψε με την Αθηναϊκή Δημοκρατία συνθήκη ειρήνης, η οποία κράτησε αρκετά. Το «αρκετά» σημαίνει, μέχρι να καταλάβει ο Φίλιππας, ότι οι αθηναίοι δεν ήταν τόσο δυνατοί όσο νόμιζε.
Μέσα σε λίγα χρόνια η Πελαγονία, η Παιονία, η Σιντική, η Οδομαντική, η Ηδωνίδα και η Χαλκιδική έγιναν περιοχές του μακεδονικού κράτους.
Υπήρχαν και κάποιοι φύλαρχοι λίγο ανάποδοι και λίγο ζοχάδες, οπότε δεν τους κόλλησε, απλώς τους άφησε να κυβερνούν τους λαούς τους με τον όρο να είναι υποτελείς του ιδίου. Αυτοί είπαν: «Ναι αμέ, είμαστε τώρα για καυγάδες;».
Πότε λοιπόν ασκώντας διπλωματία και πότε ένοπλα κατέλαβε την κατακερματισμένη μέχρι τότε Μακεδονία κι έγινε ισχυρός. Αφού τακτοποίησε λοιπόν τα εσωτερικά του και τους γείτονές του, απλώθηκε κατά της Θεσσαλίας. Η Ήπειρος ήταν άγονο μέρος, ενώ η Θεσσαλία είχε απ’ όλα: άλογα, κάμπο για να φυτεύουν και να τρώνε, ζώα, απ’ όλα. Το 354 π.Χ. ισοπέδωσε την Ποτίδαια Χαλκιδικής, η οποία ήταν αποικία των κορίνθιων. Το 352, κάτω από τις απειλές και τις πιέσεις του, το Κοινό Θεσσαλών εντάχθηκε στη μακεδονική ζώνη επιρροής. Το 348 κατέλαβε την Όλυνθο Χαλκιδικής, όπου και πούλησε τους κατοίκους ως σκλάβους και τα υπάρχοντά τους. Ε, λογικό. Κάθε πόλεμος έχει και τα μικροέξοδά του.
Μέσα σε όλη αυτή την αναμπουμπούλα κι ενώ είχε ξεκινήσει να υποτάξει τις πόλεις της χερσονήσου «Ελλάδα», γίνεται το απίθανο. Οι δύο αδελφοί του, που κυβερνούσαν στη Θράκη είχαν διαφορές και τον κάλεσαν να τους τις λύσει. Νευριάζει ο Φίλιππας ο Βήτας, δεν τους είπε «έρχομαι», αλλά εμφανίζεται στα ξαφνικά και τους λέει: «Έχω ανοίξει ένα σωρό μέτωπα, για να μας κάνω δυνατούς και θα έχω να αντιμετωπίσω τα πεισματάκια σας τώρα;» και τους ρίχνει από μία σφαλιάρα. Τους καθαιρεί, «άντε, με τους ηλίθιους, που έμπλεξα» και αναλαμβάνει εκείνος.
Κατάληψη του νότου
Όσο για τις άλλες πόλεις–κράτη, ο Φίλιππος βρήκε πρόσφορο έδαφος για να ξεκινήσει την εφαρμογή του σχεδίου του. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, «ακρισία και ταραχή εγένετο εν Ελλάδι». «Παντού έρις και ταραχή», σύμφωνα με τον Δημοσθένη. Η Θήβα εναντίον της Αθήνας. Η Αθήνα εναντίον του Άργους, το Άργος εναντίον της Σπάρτης, η Σπάρτη εναντίον της Αχαΐας. Θεσσαλοί εναντίον φωκέων, φωκείς κατά των θηβαίων. Μύλος. Γεμάτος καυγάδες λοιπόν, ο νότος.
Το σημαντικότερο εμπόδιο, που είχε για την κατάληψη του νότου, ήταν η Αθήνα, η οποία κρατούσε κάτι από την παλιά της αίγλη. Τρομοκράτησε την Αθήνα, «καθήστε καλά, μην έλθω εκεί», χρησιμοποίησε την τακτική διαίρει και βασίλευε με τις άλλες πόλεις με σκοπό να εδραιώσει την κυριαρχία του. Το 338 εισβάλλει στην Φωκίδα και κατευθύνεται πλέον στην Αθήνα. Ακολουθεί η μοιραία για την Αθήνα, αναμέτρηση στην Χαιρώνεια. Και εκεί, που οι αθηναίοι δεν ήθελαν καν να δοκιμάσουν τον... μέλανα ζωμό, εν τέλει... τον ήπιαν! 1.000 νεκροί και 2.000 αιχμάλωτοι. Μετά από αυτή τη μάχη, αρχίζει η αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του μακεδόνα Φιλίππου του Βήτα.
Όλα αυτά δεν τα έκανε από επιθυμία να καταλάβει όλες τις πόλεις της χερσονήσου. Ήθελε να διαφυλάξει τα νώτα του, για να μπορέσει ανενόχλητος να συγκεντρωθεί στο κυρίως στόχο του ο οποίος ήταν πολύ πιο μακριά και δεν ήταν άλλος από τον χρυσό των περσών. Άρχισε να διαδίδει διάφορα περί της ασέβειας των περσών στα «ελληνικά» ιερά. Όχι καλέ, δεν πίστευε ούτε ο ίδιος στα ιερά και καλά έκανε. Λίγα είχε διαλύσει μόνος του; Απλώς, όταν απευθύνεσαι σε θρησκόληπτους πρέπει να στοχεύσεις εκεί που πονάνε. Στα ιερά.
Έγινε κι ένα συνέδριο στην Κόρινθο, όπου κατατρομοκρατημένοι από τον Φίλιππο κι όχι από τους «κακούς» πέρσες, όλοι συμφώνησαν και τον αναγόρευσαν ως «στρατηγό αυτοκράτορα» κατά των περσών. Όπως έχουμε ήδη πει, ήταν πανέξυπνος. Ήξερε, ότι η δημοτικότητά του στο νότο είχε πιάσει πάτο. Ήξερε, ότι έπρεπε να έχει όλες τις υπόλοιπες πόλεις–κράτη με το μαστίγιο. Δεν είχε άδικο, διότι οι αθηναίοι, προκειμένου να βγάλουν από πάνω τους την «εκ βορρά απειλή», δηλαδή την Μακεδονία, προσδοκούσαν σε περσική βοήθεια.
Απολυταρχία
Η απολυταρχία του Φίλιππου στηριζόταν στο στρατό και την αριστοκρατία, η οποία από τα χρόνια του Αρχέλαου ακόμα προσέβλεπε στην κατάκτηση του Θερμαϊκού και της Χαλκιδικής και στην επέκταση των συνόρων της Μακεδονίας μέχρι τον Στρυμόνα και πιο πέρα. Η Βαλκανική χερσόνησος ήταν πλούσια κι εκτός από την ξυλεία, στο υπέδαφός της έκρυβε διάφορα πολύτιμα μέταλλα (κυρίως χρυσό και άργυρο σε Βέρμιο, Πιερία, Παγγαίο κ.α.).
Εκτός όμως από το χρυσάφι κι άλλος ένας λόγος έκανε το Φίλιππο να στρέψει την προσοχή του στην περιοχή αυτή. Η Μακεδονία ήταν στεριανό κράτος. Χρειαζόταν λοιπόν παράθυρα όχι μόνο προς το Θερμαϊκό, αλλά και ανατολικότερα, στα παράλια της Θράκης, που θα της άνοιγαν νέες οικονομικές δυνατότητες και θα της επέτρεπαν να απλωθεί ακόμα παραπέρα.
Στη Μακεδονία την εποχή του Φίλιππου υπήρχαν προνομιούχες τάξεις. Οι ευγενείς, οι εταίροι (ή «εταίρες», όπως θα δούμε παρακάτω) και οι υπασπιστές. Ο Φίλιππος συσσώρευε πλούτο. Τα χρυσωρυχεία του Παγγαίου του απέδιδαν 1.000 τάλαντα ετησίως. Έκοψε και νόμισμα. Το «φιλίππειον». Οι φίλοι του τον θαύμαζαν κι οι εχθροί του τον φοβούνταν.
Ιδιωτική ζωή
Στην ιδιωτική του ζωή, ο Φίλιππος ο Βήτας είχε κάποια ελαττώματα. Έπινε. Πολύ. Τόσο πολύ, που ακόμη κι όταν κοιμόταν ήθελε δίπλα του κρασί μην τυχόν και ξυπνήσει διψασμένος. Τριγυρνούσε όλη τη μέρα μεθυσμένος. Επίσης, δεν του άρεσαν μόνο οι γυναίκες, που είχε παντρευτεί πολλές ─αφού η πολυγαμία συνηθιζόταν στην Μακεδονία─ αλλά και οι παλλακίδες, ─είχε αναρίθμητες─ μα και οι όμορφοι νεαροί. Τους έπαιρνε όλους σβάρνα.
Το παλάτι του ήταν καταφύγιο αχρείων, χυδαίων και διεστραμμένων. Ο Φίλιππος, γράφει ο Θεόπομπος ο Χίος, ο οποίος είχε αναπτύξει φιλία με τον Μ. Αλέξανδρο, περιφρονούσε τους ηθικούς και ευπρεπείς και χάριζε αξιώματα σ’ εκείνους, που ζούσαν με επιδεικτική χλιδή κι έπαιζαν ζάρια. Αν ανάμεσα στους έλληνες και τους βάρβαρους υπήρχε κάποιος κίναιδος, βδελυρός ή αδιάντροπος έσπευδε στην Αυλή του Φιλίππου και αναγορευόταν αμέσως βασιλικός εταίρος. Όλους αυτούς τους αχρείους όχι μόνο «ετίμα και προήγε», αλλά και τους χρησιμοποιούσε για κάθε άδικη και βδελυρή πράξη.
Από τους αυλικούς του «άλλοι κυκλοφορούσαν ξυρισμένοι και αρωματισμένοι και εμφανίζονταν ως άνδρες κι άλλοι επιδίδονταν σε ομοφυλοφιλικές δραστηριότητες κι ας είχαν γένεια». Καθώς εκπορνεύονταν όλοι, θα μπορούσε κάποιος να τους αποκαλέσει όχι εταίρους, αλλά εταίρες, όχι στρατιώτες, αλλά «καθάρματα».
Σε κάθε μετακίνησή του ─στις πολεμικές εκστρατείες─ συνοδευόταν από τους συμπότες του, από κουστωδία αυλητρίδων, αυλητών, γελωτοποιών και από μεγάλο αριθμό μουσικών οργάνων για τα κρασοπότια. Ύστερα από τις ολονύχτιες κραιπάλες, το πρωί δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος, τρέκλιζε.
Ο Φίλιππος άλλαζε αδιάκοπα συζύγους, γράφει ο Αθήναιος. Στις εκστρατείες του έκανε γάμους πολιτικής σκοπιμότητας, για ενίσχυση της επιρροής του, δημιουργία συμμαχιών, προσάρτηση εδαφών. Το 358 π.Χ. κατανικώντας τους ιλλυριούς, νυμφεύθηκε την Αυδάτα, κόρη του βασιλιά. Τον ίδιο χρόνο, προκειμένου να προσεταιρισθεί τους θεσσαλούς, νυμφεύθηκε δύο γυναίκες, την Νικησίπολη από τις Φερρές και την Φιλίνα από τη Λάρισα. Όταν κατάκτησε τους μολοσσούς σύναψε το γάμο με την Ολυμπιάδα. Δίπλα σ’ αυτήν εγκατέστησε αργότερα και την Κλεοπάτρα.
|
Αυτή που μας ενδιαφέρει περισσότερο, ήταν η Ολυμπιάδα, την οποία αναφέραμε παραπάνω και θα σκύψουμε λίγο πάνω της. Επρόκειτο για τον τέταρτο «διπλωματικό» γάμο, που έκανε μέσα σε μια διετία, ο οποίος δεν πήγαινε και τόσο καλά, διότι η σύζυγος του, του έσπαγε τα νεύρα. Ήταν θρησκόληπτη, φιλόδοξη και αυταρχική και το χειρότερο... δεν μαγείρευε καλά. Ήταν μυημένη στη μυστηριακή λατρεία των Καβείρων της Σαμοθράκης και παράλληλα λάτρευε τον Άμμωνα, το θεό της Λιβύης. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, αλλά και άλλους αρχαίους συγγραφείς, ήταν τύπος ανώμαλος και νευρωτικός. Είχε φίδια στην κρεββατοκάμαρά της και φερόταν σαν Μαινάδα. Γι’ αυτό ο Φίλιππος γρήγορα την βαρέθηκε, αφού ήταν αδύνατον να υποφέρει τις ιδιοτροπίες της, το θρησκευτικό μυστικισμό της, το πείσμα και τον έξαλλο χαρακτήρα της. Επιπλέον, η εξαχρειωτική σεξουαλική αποχαλίνωση του Φιλίππου προκαλούσε το άγριο μίσος της Ολυμπιάδας, που ανταπέδιδε στα ίσα.
Η
μολοσσικής καταγωγής Ολυμπιάδα, όταν ήταν μικρή λεγόταν Μυρτάλη.
Γνωρίστηκε με τον Φίλιππο στα μυστήρια της Σαμοθράκης, όπου τελούσε χρέη
ιέρειας στα Καβείρια μυστήρια. Μετά από είκοσι χρόνια γάμου, έφυγε μαζί
με τον γιο της Αλέξανδρο και πήγε στην Ήπειρο, επειδή δεν της άρεσε,
που ο Φίλιππος παντρεύτηκε μια πιτσιρίκα, κάποια Κλεοπάτρα (αν και
πρωτύτερα είχε παντρευτεί κι άλλες γυναίκες, τόσο πριν όσο και μετά το
γάμο του με την Ολυμπιάδα).
Η Ολυμπιάδα επέστρεψε στη Μακεδονία μετά τη δολοφονία του Φίλιππου. Όταν ο Αλέξανδρος έφυγε για την Ασία, ως φίλαρχη, αλαζών και φιλόδοξη που ήταν, ήρθε σε επανειλημμένες προστριβές με τον επίτροπο Αντίπατρο. Μετά το θάνατο του Αλέξανδρου αναμίχθηκε ενεργότερα στα πολιτικά πράγματα της Μακεδονίας εξολοθρεύοντας κάθε αντίπαλό της μέχρι που, όταν ανήλθε την εξουσία ο θανάσιμος εχθρός της Κάσσανδρος, φονεύτηκε με λιθοβολισμό, τον οποίο ενήργησαν οι συγγενείς των επιφανών μακεδόνων, που η ίδια είχε εξοντώσει (316 π.Χ.). |
Ποιος
θα είναι ο διάδοχος;Μέσα σε όλη αυτή την αναμπουμπούλα γέννησε η Ολυμπιάδα και τον Αλέξανδρο (εκείνον εκεί, τον Μέγα). Μπαμπάς και γιος δεν τα πήγαιναν καθόλου καλά. Ο Φίλιππος δεν τον θεωρούσε γιο του, ίσως επειδή η Ολυμπιάδα διέδιδε, ότι τον έκανε ζευγαρώνοντας με δράκοντα. Τα έλεγε αυτά η Ολυμπιάδα, για να καλύψει πιθανή μοιχεία ή γιατί ήταν «φευγάτη»; Αφού δεν κατάφερε να το μάθει ο Φίλιππος ο Βήτας, πόσο μάλλον εμείς.
Αυτό που γνωρίζουμε με σιγουριά είναι, ότι ο Φίλιππος ο Βήτας προόριζε για διάδοχό του, όχι τον Αλέξανδρο, μα τον διανοητικά ανάπηρο Αρριδαίο, που απέκτησε από την εκ Λαρίσης ορμώμενη, Φιλίνα. Λέγεται από κάτι ιστορικούς, ότι η Ολυμπιάς του έριχνε κάτι ύποπτα ζουμιά στο γάλα του, όταν ήταν νήπιο και το χάζεψε το παιδάκι.
Γιατί τώρα ο Φίλιππος να ορίσει ως διάδοχο τον περίεργο; Πίστευε, ότι θα ζήσει για πάντα και ήθελε κάποιον χειραγωγούμενο διάδοχο; Είχε πιστέψει εντελώς, ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν δικός του γιος;
Είχε μεσολαβήσει και ένα συνοικέσιο για να παντρευτούν ο Αρριδαίος με την κόρη του σατράπη Καρίας Πιξώδαρου (τώρα το τι θα της έκανε… άλλη υπόθεση). Έχωσε την ουρά της η Ολυμπιάς και πρότεινε τον Αλέξανδρο για γαμπρό αντί του Αρριδαίου. Τα πήρε ο Φίλιππος και του χώθηκε άσχημα του μικρού Αλέξανδρου. Αφού τον μάλωσε άγρια και τον χλεύασε φαρμακερά αποκαλώντας τον τιποτένιο και ανάξιο για τις πολυτέλειες που απολάμβανε, εξόρισε και τους φίλους του Άρπαλο, Νέαρχο, Φρύγιο και Πτολεμαίο από την Μακεδονία, διότι τότε οι συνωμοσίες και τα αιχμηρά αντικείμενα ήταν πολύ της μόδας. Σου λέει ο μπαμπάς Φίλιππος: κάτσε μην μου σφίξουν καμιά τρύπα στο νεφρί και ψάχνομαι στο Α΄ Νεκροταφείο για τάφο.
Μέσα σε όλη αυτή την αναμπουμπούλα ζωήρεψε ο Φίλιππος κι αποφάσισε να παντρευτεί με την Κλεοπάτρα, ανιψιά του του στρατηγού Άτταλου, 17 χρονών κορίτσι. Έξω φρενών η Ολυμπιάς παρακαλεί τον αδελφό της Αλέξανδρο, βασιλιά των μολοσσών, να επιτεθεί κατά του Φιλίππου. Αλλά ο Φίλιππος, έσπευσε να καταπραΰνει και να εξαγοράσει το κουνιαδάκι του προσφέροντάς του ως σύζυγο μια άλλη Κλεοπάτρα, την κόρη του, αδελφή του Μ. Αλέξανδρου. Δηλαδή, ο θείος να παντρευτεί την ανιψιά του, κόρη της αδελφής του. Ο θείος Αλέξανδρος είπε: «Ναι, αμέ. Ζουμπουρλούδικο φαίνεται, ψήλωσε κι όλας».
Τελικά, το 336 γίνεται ο γάμος του Φίλιππου με την Κλεοπάτρα. Η Ολυμπιάς δεν μιλιόταν. Είχε που είχε τα δικά της τα υστερικά, γίνεται τώρα κι αυτό. Ο γαμπρός, ολίγον σιτεμένος καμάρωνε το τρυφερούδι που έπαιρνε.
Στο γαμήλιο τραπέζι όμως, έγινε της κακομοίρας. Ο μπάρμπας της Κλεοπάτρας Άτταλος δεν κρατήθηκε και την είπε την χοντράδα: «Τώρα θα γεννηθούν γνήσιοι και όχι νόθοι βασιλείς» υπονοώντας τον Αλέξανδρο. Δεν τα λες αυτά μπροστά σε έναν νεαρό, που το αίμα του ούτως ή άλλως βράζει λόγω ηλικίας, πόσο μάλλον στον συγκεκριμένο, που θεωρούσε τον εαυτό του διάδοχο.
Πετάχτηκε επάνω ο νεαρός: «Κι εγώ τι είμαι κακοκέφαλε; Νόθος», πέταξε το ποτήρι του στο κεφάλι του μπάρμπα–Άτταλου. Τον πέτυχε! Τσαντίστηκε ο μπάρμπας και του πέταξε το δικό του. Πετάχτηκε ο γαμπρός Φίλιππος κι ετοιμάστηκε να ξιφουλκήσει εναντίον του… γιου του! Ήταν όμως, πίτα στο μεθύσι, σκόνταψε κι έπεσε. Ο Αλέξανδρος τότε, έριξε το φαρμάκι του ─όχι, που θα άφηνε αναπάντητες τις απανωτές προσβολές─: «Αυτός, που ετοιμάζεται να διαβεί από την Ευρώπη στην Ασία, περνώντας από κρεβάτι σε κρεβάτι, σωροβαλιάστηκε».
Μετά από αυτό το επεισόδιο εννοείται, πως το κλίμα δεν τον σήκωνε καθόλου στο σπίτι του μπαμπά και την έκανε κατά Ήπειρο μεριά, όπου ήδη βρισκόταν ήδη η μαμά Ολυμπιάδα. Από την άλλη πλευρά, στην Μακεδονία υπήρχε μία ψύχραιμη φωνή, ένας φιλοξενούμενος του Φίλιππου, ο Δημάρατος, ο εκ Κορίνθου ορμώμενος, ο οποίος προσπάθησε και τον έπεισε να συμφιλιωθεί με το γιο του. Ανακαλεί λοιπόν ο Φίλιππος τον υιό Αλέξανδρο, μην τον μπερδεύουμε με τον θείο, στην Μακεδονία.
Ταυτόχρονα, η νύφη Κλεοπάτρα, η πιτσιρίκα που είχε παντρευτεί ο Φίλιππος ο Βήτας, ήταν έγκυος. ‘Ενας νέος διάδοχος θα εμφανιζόταν σύντομα απομακρύνοντας για τα καλά τον Αλέξανδρο από τη διαδοχή του θρόνου. Ο Φίλιππος δεν έκρυβε την πρόθεσή του να ορίσει ως διάδοχό του το αγέννητο μωρό σπεύδοντας να το ονομάσει, Κάρανο, το όνομα του γενάρχη της μακεδονικής δυναστείας.
Εν τω μεταξύ, ο Αλέξανδρος (υιός) και η μαμά του (Ολυμπιάς), δηλωμένοι πλέον εχθροί του Φίλιππου, έβλεπαν, πως άρχισαν να μαζεύονται πάρα πολλοί διάδοχοι γύρω από το «μαγαζί» και την ταμπέλα, που θα έλεγε «& Υιός». Εδώ που τα λέμε, ο Φίλιππος ο Βήτας είχε αποδείξει πολλάκις, ότι ήταν μανούλα στις ραδιουργίες και τις δολοφονίες, άρα και ήταν ο καλύτερος δάσκαλος, που ένας γιος θα μπορούσε να έχει. Η εξόντωση του Φίλιππου ήταν πλέον ζήτημα χρόνου.
Δολοφόνος
ένας πρώην εραστής
Μετά το γάμο του Φίλιππου, ήρθε η ώρα και για τον άλλο γάμο. Άντε πάλι γάμοι και χαρές ─λέμε τώρα─ στις βασιλικές αυλές. Η αδελφή Κλεοπάτρα έρχεται εις γάμον μετά του θείου της Αλεξάνδρου, την τάδε του μηνός. «Θα χαρούμε να σας δούμε στις χαρές των παιδιών μας. Θα ακολουθήσει δεξίωση».
Ποιο είναι το καλύτερο εργαλείο, για να φας λάχανο έναν μπαμπά; Ο γκόμενός του! Ο σωματοφύλακας και παράλληλα πρώην γιουσουφάκι του Φίλιππου του Βήτα, Παυσανίας! Γιατί αυτός; Εμ, του τα ΄χε κι αυτός μαζεμένα. Τι είχε συμβεί; Ο μπάρμπα-Άτταλος, ο θείος της νύφης Κλεοπάτρας, αποδείχθηκε μεγάλη βρώμα. Είχε προσκαλέσει τον Παυσανία σε κάποιο γλεντοκόπι, αυτός ο ηλίθιος πήγε, τον μέθυσε, τον μεταχειρίστηκε ως πόρνη, για να το πούμε ευγενικά, δηλαδή τον πισωγλέντησε και σαν να μην έφτανε αυτό, τον πάσαρε και στους υπόλοιπους της παρέας. Μεγάλη αλήτρα ο Άτταλος. Ο Παυσανίας μετά από τέτοια μεγάλη προσβολή ήλπιζε και μέσα του απαιτούσε, να τύχει της υπεράσπισης του Φίλιππου και να τιμωρηθεί ο Άτταλος για την προσβολή. Ο Φίλιππος όμως, όχι μόνο δεν τιμώρησε τον αλητάμπουρα, μα χλεύασε τον Παυσανία. Τόσο σίγουρος ήταν πλέον, ότι μπορούσε και να «...μαμάει και να δέρνει».
Πάμε να τα πούμε αναλυτικά (τη σκηνή περιγράφει ο Πλούταρχος). Έγινε ο γάμος του θείου Αλεξάνδρου μετά της ανιψιάς Κλεοπάτρας. Πάει αυτό. Φάγανε, περιδρομιάσανε τον αγλέορα, ήπιαν τον Ατλαντικό ωκεανό σε κρασί και πήγανε για νάνι. Την άλλη μέρα γινόταν μια γιορτή στο ανοιχτό θέατρο της Πέλλας. Τα της δολοφονίας τα είχε κανονίσει η μαμά Ολυμπιάς με τον Αλέξανδρο. Ο Φίλιππος έδωσε εντολή στους φίλους του να προχωρήσουν και ακολούθησε μόνος με τους σωματοφύλακες, για να «απολαύσει τις επευφημίες του πλήθους», μιλάμε για τέτοιο ψώνιο. Εκείνη την στιγμή όρμησε ο Παυσανίας με ένα κέλτικο μαχαίρι και τον έκανε σουρωτήρι: «Να, για να μάθεις! Πρώτα με κάνεις γιουσουφάκι και μετά με κάνεις και πάσα στον κάθε τελευταίο;».
Για να λέμε την αλήθεια η μαμά Ολυμπιάς είχε κανονίσει την ασφαλή φυγάδευση του Παυσανία, τουλάχιστον έτσι λέει ο Διόδωρος. Έντιμη στις συμφωνίες της. Στις πύλες της πόλης τον περίμεναν συμπαραστάτες και άλογα. Θα μπορούσε να σωθεί αν δεν μπλεκόταν το παπούτσι του σε κάποιο κλήμα, οπότε και έπεσε. Λέμε τώρα. Ο Αλέξανδρος πήγαινε για διάδοχος. Δεν ήταν από τα αγόρια, που θα άφηνε μάρτυρες και ίχνη, σχετικά με την εμπλοκή του.
Πάει λοιπόν, ο Φίλιππας ο Βήτας.
Ο Αλέξανδρος εξοντώνει
όλους τους μνηστήρες της εξουσίας
Μετά από αυτό, ο Αντίπατρος ─εχθρός του Φίλιππου, άρα «φίλος» του Αλεξάνδρου─ πήρε τον 20χρονο τότε Αλέξανδρο και τον παρουσίασε στο στράτευμα: «Κύριοι, ο βασιλιάς απόθανε, ζήτω ο βασιλιάς!». Να τον λοιπόν και βασιλιάς ο Αλέκος.
Βέβαια, το να αναλάβεις ένα τέτοιο μαγαζί δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για να διασφαλίσει την θέση του ανακοίνωσε γενική σφαγή διαδόχων. «Το αφεντικό τρελάθηκε». Θα θανατώσει όλους σχεδόν τους ετεροθαλείς αδελφούς του και τους νόμιμους μνηστήρες της εξουσίας. Οι Αρραβαίος και Ηρομένης, πρώην πρίγκηπες, αλλά νυν πτώματα. Ο τρίτος διάδοχος, γαμπρός του Αντίπατρου, αναγνώρισε ως βασιλιά του τον Αλέξανδρο. «Ρε, δε πα να κόψεις τον λαιμό σου με την Μακεδονία, που θα χάσω εγώ τον δικό μου για τέτοιες σαχλαμάρες;» και γλίτωσε. Ο Αμύντας, ξάδελφός του, χαίρετε, πάει κι αυτός.
Ο Αλέκος, καλό παιδί κατά τα άλλα, αλλά κομματάκι ζοχάδας, εξόντωσε και όλα τα άρρενα μέλη της οικογένειας της νεότερης νύφης της Κλεοπάτρας «για καλό και για κακό». Ο Αρριδαίος, εκείνο το διανοητικά καθυστερημένο, γλίτωσε από το λεπίδι του αδελφού του. Ο Αλέξανδρος δεν θέλησε να τον σκοτώσει. Εδώ που τα λέμε, σιγά την απειλή, είχε φροντίσει η μαμά Ολυμπιάς δια τούτον. Ο Άτταλος, εκείνη η αλήτρα, παρόλο που είχε αναλάβει την αρχηγεία του εκστρατευτικού σώματος στη Μικρά Ασία μαζί με τον Παρμενίωνα, πάει κι αυτός. Κάποιος Εκαταίος έκανε τη βρωμοδουλειά και μπράβο του. Ο Παρμενίωνας δεν ήταν κανένας χαζός και μόλις άκουσε περί επιδημίας δολοφονιών, έσπευσε να εκφράσει την αφοσίωσή του στο νέο βασιλιά και ησύχασε το κεφάλι του, μιας και παρέμεινε στους ώμους του μέχρι νεοτέρας. Όσοι γλίτωσαν, γλίτωσαν μόνο και μόνο γιατί την κοπάνησαν για άλλες πόλεις της χερσονήσου.
Περιττό να πούμε, πως οι ελληνικές πόλεις χάρηκαν, που τα τίναξε ο Φίλιππος ο Βήτας. Ο μακεδόνας μονάρχης ήταν ο χειρότερος και πιο επικίνδυνος εχθρός των ελλήνων. Δεν ήξεραν βλέπετε τι τους περίμενε.
Την Κλεοπάτρα, την τελευταία νύφη του Φίλιππου, μαζί με το μωρό της (!) τους ανέλαβε προσωπικά η Ολυμπιάδα. Της ετοίμασε μία μεγάλη και δυσάρεστη έκπληξη. Την έσυρε μαζί με το μωρό και τους έκαψε και τους δύο σε πυρακτωμένη σχάρα. Ένας βασανιστικός θάνατος για έναν νέο άνθρωπο, που έγινε μοχλός της πολιτικής και της παραλυσίας, μαζί με το παιδί της. Γενικότερα, το όνομά της δεν την βοήθησε και πολύ. Πουθενά το «κλέος του πατρός» η δόξα του πατέρα δηλαδή, όσο ψήνονταν αυτή και το μωρό.
|
Επίλογος
Πάει λοιπόν ο Φίλιππας ο Βήτας και μαζί του όσοι τον υποστήριξαν ή όσοι ήταν με κάποιον τρόπο, «δεμένοι στο άρμα του». Ένα νέο αστέρι γεννιέται. Ο Αλέξανδρος, ένας νέος Μέγας, που κάνει δυναμικά την εμφάνισή του στο στερέωμα όλων των «Μεγάλων» της Ιστορίας.
Αυτή βέβαια είναι μια άλλη ιστορία, η οποία έπεται...
Πηγή
Φυλακτού Ευγενία
Βιβλιογραφία:
1. «Ιστορία του ελληνικού έθνους», έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1975.
2. Κ. Παπαρρηγόπουλου: «Ιστορία του ελληνικού έθνους»,
έκδ. Ν. Δ. Νίκας Α.Ε.», Αθήνα, 1930.
3. Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας»,
έκδ. «20ός αιώνας», Αθήνα, 1959.
4. Εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος», έκδ. «Εγκυκλοπαιδική
Επιθεώρηση “Ήλιος”», Αθήνα.
5. Παγκόσμια Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, έκδ. «Κυψέλη», Αθήνα, 1963.
6. T. Brit: «Αλέξανδρος ο Μέγας και ο παγκόσμιος ελληνισμός
μέχρι της ελεύσεως του Χριστού», έκδ. «Δ. Δαρέμας», Αθήνα.
7. J. G. Droysen: «Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου»,
έκδ. «Ελευθεροτυπία», Αθήνα, 1993.
8. P. Faure: «Η καθημερινή ζωή την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου»,
έκδ. «Παπαδήμα», Αθήνα, 2008.
9. Δ. Ι. Κυρτάτα ─ Σ. Ι. Ράγκου: «Η ελληνική αρχαιότητα»,
έκδ. «Το Βήμα», Αθήνα,2013.
10. Κ. Σιμόπουλου: «Ο μύθος των “μεγάλων” της Ιστορίας»,
έκδ. «Στάχυ», Αθήνα, 2000.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου