expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>

nasdaq

Search in navarinoinvestment

auto slider

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Από το Οικοσύστημα στη Ζωντανή Γη


Γράφει ο κ. Σπύρος Β. Παυλίδης, Καθηγητής Γεωλογίας Α.Π.Θ.
Αναδημοσίευση κατόπιν αδείας
Φωτογραφίες, σύνδεσμοι και επισημάνσεις επιμελήθηκαν από τη διαχείριση
Σύμφωνα με τη σύγχρονη οικολογική αντίληψη όλα τα είδη ζωντανών οργανισμών ενός οικοσυστήματος επηρεάζουν το ένα το άλλο και φυσικά το στενό περιβάλλον (λίμνη, χώμα, θάλασσα) τα επηρεάζει με τη σειρά του. Σ’ αυτή την κατάσταση το «ανόργανο» περιβάλλον και τα έμβια όντα δρουν ως ένα αυτόνομο σύστημα, ίσως ένα αυτοοργανωμένο σύστημα. Αυτό το σύστημα επηρεάζει και επηρεάζεται από τα διπλανά του οικοπεριβάλλοντα. Όλα τελικά τα οικοσυστήματα αλληλοεπηρεάζονται. Η Γη ως σύνολο επηρεάζει όλα ανεξαιρέτως τα συστήματα άμεσα ή έμμεσα και μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί ένα αυτόνομο μεγασύστημα.
Γαία, η ελληνική θεότητα του πλανήτη Γη.
Γαία_ιστολόγιο J.Lovelock
Είναι η Γη απλώς ένας «ανόργανος» πλανήτης με ζωή πάνω του; Ποια είναι η αμφίδρομη σχέση «ανόργανης» και «οργανικής» ύλης; Γης και Ζωής;
Στη δεκαετία του 1960, κατά τη διάρκεια της σχεδίασης των πειραμάτων της NASA για την αναζήτηση εξωγήινης ζωής, ο θεμελιωτής της θεωρίας της Γαίας Lovelock διατύπωσε την άποψη ότι τα πειράματα δεν πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να αναζητούνται μεμονωμένοι οργανισμοί ή υπολειμματικών οργανικών ουσιών στα εδάφη άλλων πλανητών, αλλά πρέπει να αναζητηθούν πλανήτες οι οποίοι στο σύνολο τους έ- χουν τα κύρια δομικά, φυσικοχημικά χαρακτηριστικά και τις κατάλληλες συνθήκες ανάπτυξης της ζωής, όπως η Γαία-Γη. Στα 1990 ο διάσημος αστροβιολόγος Καρλ Σάγκαν (Carl Sagan) χρησιμοποίησε τα όργανα της διαστημοσυσκευής «Γαλιλαίος», που έφευγε σε ταξίδι προς το Δία με σκοπό την ανίχνευση εξωγήινης ζωής, για να διερευνήσει πιλοτικά τι θα κατέγραφαν ως μοναδικά χαρακτηριστικά του πλανήτη Γη, που σίγουρα «κουβαλάει» ζωή. Η απάντηση ήταν απλή και αναμενόμενη: νερό, πολύ νερό (H2O), όζον (Ο3), διοξείδιο του άνθρακα (CO2), ελάχιστο μεθάνιο (CH4) και χλωροφύλλη. Το όζον της ανώτερης τροπόσφαιρας είναι ενδεικτικό των μεγάλων ποσοτήτων οξυγόνου της ατμόσφαιρας, αποτελεί δε, ένδειξη ύπαρξης ζωής. Aνιχνεύτηκε επίσης το νερό, το βασικό στοιχείο της ζωής. Το διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο και αυτό με τη σειρά του είναι ένωση πιθανής ζωικής προέλευσης και η χλωροφύλλη, δηλαδή η ύπαρξη φυτών, τα οποία αποτελούν έμμεσες ενδείξεις της ύπαρξης ζωής. Τον άνθρωπο και τα μεγάλα ζώα δεν τα ανίχνευσε. Το λίγο μεθάνιο όμως, αέριο που αντιδρά με το οξυγόνο και είναι αδύνατο να υπάρξει στην ατμόσφαιρα για μεγάλο χρονικό διάστημα, προβλημάτισε τους επιστήμονες. Οι ανιχνεύσιμες ποσότητες θεωρήθηκε ότι ήταν αδύνατον να έχουν δημιουργηθεί από γεωλογικές διαδικασίες. Το μεθάνιο αυτό όπως αποδείχτηκε, ήταν κυρίως προϊόν αερίων της πέψης της κυτταρίνης στα στομάχια των μηρυκαστικών ζώων.
Οι αγελάδες ανιχνεύθηκαν από το «Γαλιλαίο» έμμεσα, από τα εντερικά τους αέρια! Όσον αφορά την παραγωγή μεθανίου από τα φυτά, αυτή παραμένει ένα μυστήριο.
Ο Τζέιμς Εφραίμ Λάβλοκ (James Ephraim Lovelock) (γενν. 26 Ιουλίου, 1919), μέλος της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου, είναι ένας ανεξάρτητος επιστήμονας, συγγραφέας, ερευνητής και περιβαλλοντολόγος που ζει στην Κορνουάλλη, στα νοτιοδυτικά της Μεγάλης Βρετανίας. Είναι διάσημος κυρίως επειδή πρότεινε και εκλαΐκευσε την υπόθεση της Γαίας, με βάση την οποία επιχειρηματολογεί ότι η Γη λειτουργεί ως ένα είδος υπεροργανισμού (όρος πλασμένος από την Λιν Μάργκουλις)._wikipedia
Τζέιμς Εφραίμ Λάβλοκ (James Ephraim Lovelock)_wikipedia
Η διαμόρφωση των ιδεών για το οικοσύστημα, για την αλληλεπίδραση δηλαδή των διαφόρων ειδών και του στενού περιβάλλοντος, για την οικολογία γενικότερα, είχαν καταλυτική επίδραση τόσο στην επιστήμη της βιολογίας όσο και στην κοινωνία και την πολιτική. Η οικολογία αποτελεί την πρώτη ενοποιητική αντίληψη στη σύγχρονη επιστήμη, το πεδίο όπου έπρεπε οι ζωικοί οργανισμοί να εξετάζονται ως κοινότητες. Τα συμπεράσματα που ίσχυαν για μεμονωμένα είδη και άτομα έπρεπε να επανεξεταστούν και να επαναπροσδιοριστούν στο πλαίσιο αλληλεπιδράσεων μεταξύ διαφορετικών ειδών και του φυσικού περιβάλλοντος, της βιόσφαιρας. Το γεγονός ότι υπάρχει ισχυρή αλληλεπίδραση μεταξύ των ειδών σημαίνει ότι η λειτουργία τους δεν μπορεί να κατανοηθεί μεμονωμένα. Ο κόσμος των ζωντανών οργανισμών χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη και θαυμαστή ποικιλομορφία (βιολογική ποικιλότητα) και πολυπλοκότητα, που είναι συνέπεια της επίδρασης του περιβάλλοντος.
Επίσης, συνειδητοποιήθηκε σταδιακά ότι και ο εγωκεντρικός άνθρωπος, «κέντρο του σύμπαντος» και ξεχωριστό αυτοδύναμο δημιούργημα ως τότε, αποτελεί ένα αναπόσπαστο τμήμα του βιόκοσμου και υπόκειται στις ίδιες αλληλεπιδράσεις. Γι’ αυτό η οικολογία, ένας κλάδος της επιστήμης της βιολογίας, πήρε εντυπωσιακά μεγάλες πολιτικές διαστάσεις και πολλές φορές υπερκάλυψε άλλες επικρατούσες κοινωνιολογικές και οικονομικές θεωρίες. Η οικολογία έγινε και εξακολουθεί να είναι κοινωνικό και πολιτικό κίνημα, με τις θετικές και τις αρνητικές του πλευρές, που αντιπροσωπεύει μια άλλη αντίληψη για το βιόκοσμο, με την ουσιαστική συμμετοχή και του ίδιου του ανθρώπου. Η σύγχρονη οικολογία εξακολουθεί να έχει επίκεντρο τον άνθρωπο, μιλά για περιβαλλοντικές αλλαγές εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας και τονίζει τις συνέπειές τους για τον άνθρωπο. Η οικολογία είναι ανθρώπινη οικολογία. Αντίθετα, η άποψη που θεωρεί τη Γη ως ένα συνεκτικό δομικό και λειτουργικό σύνολο μέσα στο πλαίσιο της γεωλογικής εξέλιξης είναι διαφορετική. Βλέπει όχι μόνο σημαντικές αλληλεπιδράσεις, αλλά μια άρρηκτη συνέχεια, ένα βιογεωσύνολο. Δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις «ανόργανες» διεργασίες του πλανήτη, στις σχέσεις τους με τη ζωή και μάλιστα με αυτό που η παραδοσιακή εκπαίδευσή μας κατατάσσει ως «κατώτερη ζωή», η σημασία της οποίας είναι πολύ μεγαλύτερη στις βιογεωλογικές λειτουργίες.
Sir Henry Raeburn - James Hutton, 1726 - 1797
Sir Henry Raeburn – James Hutton, 1726 – 1797
Το οικοσύστημα από επιστημονικής άποψης βασίζεται σε δύο θεμελιώδεις αρχές, της ενεργειακής ροής στο εσωτερικό του και της ανακύκλωσης θρεπτικών ουσιών. Πυρήνας της οικολογικής σκέψης εξακολουθεί να είναι η παραδοχή ότι είδη φυτών και ζώων τείνουν να συσχετίζονται το ένα από το άλλο, εξαρτώμενα άμεσα μεταξύ τους και με το αβιοτικό περιβάλλον τους. Έτσι οδηγηθήκαμε στην πιο ολιστική αντίληψη του οικο- συστήματος, είτε του περιορισμένου γεωγραφικά είτε του πιο εκτεταμένου του μέγα-οικοσυστήματος, και στην εποχή της παγκοσμιοποίησης στην έννοια του ολόκληρου του γήινου οικοσυστήματος. Η πλατιά κατά τα άλλα αυτή αντίληψη για τον τρόπο διαβίωσης των ζωντανών οργανισμών περιορίζεται μέχρι εδώ, ως έννοια της ζωής ξεχωριστή από το ανόργανο περιβάλλον και τις θεμελιώδεις διεργασίες της Γης, όπου το ίδιο το περιβάλλον καθορίζει με τη σειρά του ποια είδη φυτών και ζώων μπορούν να ζουν σε μια περιοχή. Απουσιάζει η διαχρονικότητα και η σπουδαιότητα του «ανόργανου» περιβάλλοντος, το οποίο εξακολουθεί να εξετάζεται ανεξάρτητα από το βιοτικό. Το περιβάλλον είναι και αυτό πολυπαραγοντικό με κύριες παραμέτρους το γεωγραφικό πλάτος του, το υψόμετρό του, τον ενδοηπειρωτικό ή παραθαλάσσιο χαρακτήρα του, τις τοπικές κλιματικές του συνθήκες, επεκτείνεται όμως ακόμη περισσότερο, σε όλα τα γεωσυστήματα, από τον πυρήνα της Γης μέχρι την ανώτατη ατμόσφαιρα. Το κλίμα επηρεάζει τη ζωή. Η ζωή από την πλευρά της επηρεάζει την ατμόσφαιρα και κατά συνέπεια το κλίμα, όχι μόνο σε μικροκλίμακα, αλλά στο σύνολο του πλανήτη. Αυτή είναι η άλλη μεγάλη επαναστατική αντίληψη, απόσταγμα των απόψεων του Lovelock και των συνεχιστών του. Η ζωή φροντίζει για την ομοιοστασία της Γης, για τη διακύμανση των κλιματικών αλλαγών μέσα σε ορισμένα ανεκτά όρια, ώστε να διατηρείται και να συνεχίζει την πορεία της. Η ομοιοστασία ήταν έννοια αποκλειστικά βιολογική, σήμερα όμως χρησιμοποιείται και στη γεωλογία για να προσδιορίσει τη σταθερή διακύμανση της θερμοκρασίας του γήινου συστήματος σε όρια που να επιτρέπουν τη διατήρηση της ζωής.
Σε πρώτη προσέγγιση και σύμφωνα με την επικρατούσα επιστημονική αντίληψη, η Γη θεωρείται ένας ανόργανος πλανήτης πάνω στον οποίο αναπτύσσεται ζωή. Οι περισσότεροι επιστήμονες ακόμη και σήμερα, καθώς και η συντριπτική πλειοψηφία των σύγχρονων ανθρώπων, εξακολουθούν να θεωρούν το φυσικό κόσμο, εκτός από τα έμβια όντα, νεκρή και ξένη ύλη, που λίγο ή πολύ έχει μικρή ή καθόλου σχέση με εμάς τους βιολογικούς οργανισμούς ή απλώς αποτελεί τον ουδέτερο χώρο πάνω στον οποίο ριζώνουμε και κατοικούμε. Τον αποκαλούν ανόργανο κόσμο, που λειτουργεί μηχανιστικά και βρίσκεται σε μια μαθηματική κανονικότητα, που έχει τους δικούς του ουδέτερους νόμους. Αυτή είναι η μηχανιστική φιλοσοφία στις φυσικές επιστήμες και ως προέκτασή της αναπτύχθηκε η ιδεολογία της χωρίς όρια τεχνολογικής και οικονομικής ανάπτυξης και απεριόριστης εκμετάλλευσης της φύσης. Το μηχανιστικό αυτό πρότυπο είναι και ανθρωποκεντρικό, θεωρεί δηλαδή κυρίαρχο και εξουσιαστή της φύσης τον άνθρωπο. Αποτελεί την κυρίαρχη κοσμοαντίληψη σήμερα. Είναι αλήθεια ότι αυτή η γενική ιδεολογία συνετέλεσε σ’ αυτό που αποκαλούμε πρόοδο. Ήδη όμως άρχισε να διαφαίνεται, στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, η άποψη ότι η ίδια η Γη είναι ένας ζωντα- νός πλανήτης στο σύνολό του, όπως τονίζουν σε πολλά άρθρα και βιβλία τους ο Lovelock, η Margulis, η Σαχτούρη και αρκετοί άλλοι, όπου ενοποιούνται οι «ανόργανες» και «οργανικές» μορφές και διεργασίες σ’ ένα ενιαίο αδιαίρετο εξελισσόμενο σύνολο.
Vladimir Ivanovich Vernadsky
Vladimir Ivanovich Vernadsky_wikipedia
Η αρχική ιδέα να θεωρείται η Γη ζωντανός οργανισμός, όπως προαναφέρθηκε, βρίσκεται στους μύθους (Γαία, Μεγάλη Μητέρα, Δήμητρα) , στην αρχαιοελληνική σκέψη και κατά την επιστημονική εποχή έχει τις ρίζες της στο γιατρό-γεωλόγο Nikolaus Steno, στον επίσης γιατρό, φυσιοδίφη και πρωτοπόρο γεωλόγο Σκωτσέζο James Hutton (τέλος 18ου αρχές του 19ου αιώνα) και σε ορισμένους άλλους διανοητές της εποχής, ιδιαίτερα στο θεμελιωτή της γεωχημείας, «αλλοπαρμένο» και αιρετικό Ρώσο γεωεπιστήμονα, καθηγητή ορυκτολογίας Vladimir Vernadsky, στις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Vernadsky επεξέτεινε ουσιαστικά την έννοια της βιόσφαιρας σε δυναμικό σύστημα με τη συμμετοχή της ζωής ως γεωλογικού παράγοντα. Η «θεωρία της Γαίας» δεν είναι τίποτα παραπάνω από το συνδυασμό των επιστημονικών εκείνων γνώσεων που μιλούν για την ισορροπία Γης – Ζωής και ερμηνεύουν τον πλανήτη μας ως ένα «ζωντανό μεγαλοοργανισμό».
Οι θεμελιώδεις αρχές της γεωλογίας, που στηρίζονται στη συνεχή και ομοιόμορφη διαδικασία εξέλιξης των γεωλογικών φαινομένων σε συσχετισμό με την εξέλιξη της ζωής, συμπληρωμένες με την αντίληψη ότι η Γη είναι ένα αυτοποιητικό σύστημα, δηλαδή ένας γήινος αυτορυθμιζόμενος – αυτoεξελισσόμενος οργανισμός (self-organized criticality), θα ωριμάζουν με την πορεία και τις δοκιμασίες του χρόνου στις γεωεπιστήμες αλλά παράλληλα και στην κοινωνία.
Portrait of Nicolas Steno (1666–1677)
Portrait of Nicolas Steno (1666–1677)_wikipedia
Τι εννοούμε όμως με τον όρο αυτορυθμιζόμενο ή αυτοοργανωμένο σύστημα;
Ο επιστημονικός προβληματισμός στα τέλη του 20ου αιώνα μετά τη μελέτη της θερμοδυναμικής και των συστημάτων που βρίσκονται σε κατάσταση ισορροπίας ή κοντά σ’ αυτήν, τη μελέτη δυναμικών συστημάτων σε κατάσταση μη ισορροπίας, την έννοια της οικολογίας, την εντυπωσιακή συσσώρευση γνώσης για τη λειτουργία των ζωντανών οργανισμών, την πολυπλοκότητα των ατμοσφαιρικών φαινομένων με τη δυσκολία της πρόγνωσης του καιρού και τη θεωρία του χάους, έκανε τους επιστήμονες να αρχίσουν να βλέπουν τον κόσμο και τα φαινόμενά του σαν είδωλα σε έναν «ταραγμένο καθρέφτη» (τίτλος βιβλίου για τη θεωρία του χάους). Αυτοοργανωμένο και αυ- τορυθμιζόμενο σύστημα θεωρείται εκείνο που είναι αυτόνομο, δηλαδή αυτοσυντηρείται και αυτοαναπαράγεται.
Στη μετεωρολογία ειπώθηκε ότι μια μικρή και «ασήμαντη» μεταβολή, όπως το πέταγμα της πεταλούδας, μπορεί να προκαλέσει μια μεγάλη αλλαγή του καιρού στο άλλο άκρο του πλανήτη, όταν εκεί φυσικά επικρατούν ώριμες συνθήκες αλλαγής. Στη σεισμολογία τονίσθηκε ότι η πτώση ενός «κόκκου άμμου», ένα νανοράγισμα μπορεί να ενεργοποιήσει ένα ώριμο ρήγμα και να προκαλέσει σεισμό. Η «κατάρρευση» ενός μικρού ρήγματος μπορεί με τη σειρά της να υποδαυλίσει ένα άλλο μεγαλύτερο ρήγμα και να δώσει έναν ακόμη πιο ισχυρό σεισμό, σαν ντόμινο.
Η βιολογία μάς λέει ότι η ζωή δεν είναι ενδογενής ιδιότητα της οργανικής ύλης, αλλά ιδιότητα της οργάνωσης της ύλης. Ένα αξίωμα που ανατρέπει ριζικά τη σκέψη μας για τη ζωή, για την οργάνωση και τη λειτουργία των κυττάρων και των οργανισμών. Αν με τον όρο ζωή εννοούμε την «οργανική ύλη», αλλά κυρίως την οργανωμένη ύλη, τότε θαυμάσια οργανωμένος είναι και ο πλανήτης μας στο σύνολό του. Έχει τη δική του οργάνωση, σημαντικά διαφορετική από εκείνη ενός έμβιου όντος, έχει μια πολύπλοκη και θαυμαστή δομή και λειτουργία. Στην πολυπλοκότητα λοιπόν, βρίσκεται η ιδέα της αυτορύθμισης, ή καλύτερα της αυτοοργάνωσης των συστημάτων, κάτω από ορισμένες συνθήκες. Τα αυτοοργανωμένα συστήματα είναι ανοιχτά συστήματα «μακράν της ισορροπίας» που παράγουν την πολυπλοκότητα. Οι νόμοι της φυσικής είναι τόσο α- πλοί που δεν μπορούν να περιγράψουν την πολυπλοκότητα της φύσης.
Portrait of Nobel Prize laureate Albert Szent-Györgyi when he was a research fellow at the National Institutes of Health from 1948 to 1950._wikipedia
Πορτρέτο του Albert Szent-Györgyi_wikipedia
Στα μέσα του 20ου αιώνα ο ουγγρικής καταγωγής Αμερικανός βιοχημικός Τσεντ-Γκιέργυι (Albert Szent-Gyorgyi), που ανακάλυψε τη βιταμίνη C, βραβευμένος με το Νόμπελ Χημείας, ανακοίνωσε ότι δεν υπάρχει ζωή! Ουσιαστικά ανακοίνωσε ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ανόργανων και οργανικών χημικών ενώσεων. Ο γεωχημικός Ventansky επίσης τόνισε ότι η ζωή είναι η συνέχεια των πετρωμάτων σε μια πιο «ριζοσπαστική» έκφραση, δηλαδή τα έμβια όντα είναι «πετρώματα» πιο δραστήριας ύλης με γρηγορότερες εναλλαγές. Οι αρχές που διέπουν τις βιολογικές διεργασίες δεν διαφέρουν από τις φυσικοχημικές. Η αντίληψη ότι οι κύριοι μηχανισμοί της ζωής ανάγονται ουσιαστικά σε χημικές αλληλεπιδράσεις και χημικές αντιδράσεις είναι μια άλλη ακραία αντίληψη που δέχεται ότι ζωή δεν υπάρχει, γιατί δεν διαχωρίζεται από τον ανόργανο κόσμο, και κατά συνέπεια δεν αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής επιστημονικής έρευνας. Το βιογεωπεριβάλλον μας είναι ενιαίο. Την επικρατούσα μέχρι και σήμερα αντίληψη ότι η Γη είναι ένας πλανήτης που συγκροτείται από ανόργανα υλικά και έχει το προνόμιο να φιλοξενεί ζωή πάνω του, έρχονται να την ανατρέψουν πλήθος νέα στοιχεία της βιολογίας και γεωλογίας, καθώς και νέοι προβληματισμοί. Θα πρέπει να πάψουμε να θεωρούμε τη ζωή λίγο ή πολύ ξένη ή ανεξάρτητη διεργασία που έτυχε απλώς να κατοικεί στον οίκο-πλανήτη μας. Έναν οίκο χτισμένο όπως το σπίτι μας από νεκρά υλικά, πέτρες, ξύλα, τσιμέντο, γυαλί και μέταλλα. Οι ανόργανες και οι οργανικές μορφές του έχουν ασαφή όρια και παρουσιάζουν μια συνέχεια. Ήδη άρχισε να διαφαίνεται η άποψη ότι η ίδια η Γη είναι ένας ζωντανός πλανήτης, όπου ενοποιούνται οι «ανόργανες» και οι «οργανικές» μορφές και διεργασίες σ’ ένα ενιαίο αδιάρρηκτο σύνολο.
Τα πάντα μεταβάλλονται, αλλάζουν και εξελίσσονται στη Γη και τα έμβια όντα. Τα συστήματα της Γης και της ζωής βρίσκονται σε μια συνεχή ανταλλαγή των ίδιων υλικών και σε μια διαρκή λειτουργική αλληλοεπίδραση, τόσο στενή, ώστε να συμπεριφέρονται ως ενιαίο σύνολο. Μια καινούρια δηλαδή θεώρηση της λειτουργίας της Γης και της ζωής που πηγάζει απ’ αυτήν και η οποία εκδηλώνεται για δισεκατομμύρια χρόνια πάνω στο λεπτότατο και ευκίνητο φλοιό, στη λεγόμενη βιόσφαιρα, τα όρια της οποίας είναι ιδιαίτερα ασαφή και περιορισμένα. Η ύλη από την οποία συγκροτείται η διαρκώς ανανεώσιμη βιόσφαιρα έχει ανακυκλωθεί πάρα πολλές φορές, τόσο στην επιφάνεια όσο και στο εσωτερικό της Γης, ώστε να υπάρχει μια διαρκής αμφίδρομη σχέση «ανόργανης» και «οργανικής» ύλης.
Γεωβιοσύνολο
Γεωλογικές και βιολογικές διεργασίες ενοποιούνται σ’ ένα ενιαίο σύνολο, όπου υπερσύνολο είναι η Γαία-Γη και ένα μόνο υποσύνολό της είναι η ζωή. Η ζωή πηγάζει από τη Γη και επιβιώνει ως αναπόσπαστη εκδήλωση της ίδιας της Γης. Άλλοι πλανήτες, αν και το προσπάθησαν, απέτυχαν να δημιουργήσουν ζωή, άλλωστε διατηρούν μονότονα περιβάλλοντα, περισσότερο σταθερά και λιγότερο ευμετάβλητα. Η Γη αντίθετα διαμορφώνει τη μεγάλη ποικιλομορφία των διαφόρων περιβαλλόντων και τα περιβάλλοντα με τη σειρά τους τη βιοποικιλότητα. Η ζωή, όπως τουλάχιστον τη γνωρίζουμε, είναι αποκλειστικά γήινο φαινόμενο. Αν και η Γη δεν είναι ο ιδανικότερος πλανήτης και ο ευκολότερος τόπος να ζει κανείς, σε πείσμα όλων των αντιξοοτήτων η ζωή αναπτύσσεται, ξεπερνά όλες τις δυσκολίες και εξελίσσεται σε μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους του γήινου μεγασυστήματος.
Τα χημικά στοιχεία που συμμετέχουν στη δομή των βιολογικών μορίων είναι τα ίδια τα στοιχεία του γήινου φλοιού, από αυτόν προέρχονται και σ’ αυτόν καταλήγουν. Από τα 92 χημικά στοιχεία της φύσης οι ζωντανοί οργανισμοί χρησιμοποιούν στη δομή τους κυρίως 27 με εντελώς διαφορετική αναλογία απ’ ό,τι στο φλοιό. Μερικά από αυτά εμφανίζονται ως ιχνοστοιχεία στους οργανισμούς, ενώ το 96% το συγκροτούν ο άνθρακας (C), το υδρογόνο (H), το οξυγόνο (O) και το άζωτο (N), με κυρίαρχο δομικό στοιχείο, βάση της ζωής, τον άνθρακα.
Τα στοιχεία άνθρακας (C), θείο (S), φώσφορος (Ρ), άζωτο (Ν), καθώς και το νερό (H2O) βρίσκονται σε σταθερή κίνηση στη γήινη επιφάνεια ανακυκλούμενα ξανά και ξανά από τα ορυκτά του φλοιού, σε αέρια της ατμόσφαιρας, ιόντα στους ωκεανούς και δομικά υλικά φυτών και ζώων. Κάθε χρόνο, για παράδειγμα, 400 έως 450 εκατομμύρια τόνοι άνθρακα αλλάζουν μορφή στην αέναη διεργασία της ανακύκλωσης. Το 45% της ετήσιας αυτής διεργασίας αφορά τους ζωντανούς οργανισμούς, είναι μια βιολογική διεργασία, τμήμα αυτού του γεωχημικού μεγάκυκλου. Οι μεγάλες ποσότητες άνθρακα είναι εγκλωβισμένες στο φλοιό της Γης, ως «ανόργανα» υλικά στα ανθρακικά λεγόμενα πετρώματα, όπως ο ασβεστόλιθος, ο δολομίτης και τα μάρμαρα. Μικρότερες ποσότητες άνθρακα υπάρχουν στο χώμα, τα σύγχρονα και τα θαμμένα παλαιο-εδάφη, και ακόμη λιγότερες στα κοιτάσματα πετρελαίου και γαιανθράκων. Ίσως φαίνεται παράξενο ότι οι ασβεστόλιθοι, τα εκτεταμένα αυτά πετρώματα των βουνών μας, με βάση τη χημική ένωση ανθρακικό ασβέστιο (CaCO3), κατακρατούν πάνω από το 99% όλου του άνθρακα της Γης. Αυτός ο άνθρακας, το θεμελιώδες στοιχείο της ζωής, βρίσκεται υπό μορφή ανόργανης ένωσης στα επιφανειακά στρώματα του φλοιού. Προήλθε με δύο βα- σικές διεργασίες, είτε μετά από εξάτμιση μεγάλων ποσοτήτων νερού του ωκεανού και των λιμνών και την καθίζηση των διαλυμένων ιόντων, δηλαδή με μια καθαρά φυσικοχημική διεργασία, είτε από σκελετικά υλικά μικροοργανισμών, που κατά εκατομμύρια τόνους καθιζάνουν επίσης ως ίζημα, δηλαδή από μια βιογεωλογική διεργασία. Μια ανάμικτη φυσικο-χημική-βιολογική και τελικά γεωλογική διεργασία είναι το πιο συνηθισμένο φαινόμενο.
Τα περισσότερα ασβεστολιθικά πετρώματα του γήινου φλοιού είναι αποτέλεσμα αυτής της μικτής βιολογικής και χημικής διεργασίας. Ένα μικρό ποσοστό αυτής της ποσότητας του άνθρακα, με τη μορφή οργανικών ενώσεων, συμμετέχει προσωρινά στη δομή των ζωικών οργανισμών και συγκροτεί τις πολύπλοκες οργανικές ενώσεις. Πολύ γρήγορα επιστρέφει από τον «οργανικό» στον «ανόργανο» κόσμο και στη διαρκή ανακύκλωσή του. Ο ανόργανος φλοιός είναι η μεγάλη αποθήκη του στοιχείου της ζωής, του άνθρακα. Μια άλλη ποσότητά του, με τη μορφή του αερίου διοξειδίου του άνθρακα (CO2), βρίσκεται ως αέριο στην ατμόσφαιρα και συμμετέχει σε μια σχετικά γρήγορη ανακύκλωση μεταξύ οργανισμών και πετρωμάτων. Όμως, η συντριπτικά μεγάλη ποσότητα του άνθρακα, που κάποτε σε κάποιο στάδιο της γήινης εξέλιξης συμμετείχε κι αυτή στην ανακύκλωση, παραμένει αποθηκευμένη ως ανθρακική ανόργανη ένωση στα πετρώματα. Αυτή η παραμονή διαρκεί πολλά εκατομμύρια χρόνια και ονομάζεται στη γεωλογία χρόνος αποθήκευσης (residence time) ενός χημικού στοιχείου ή μιας ένωσης. Ένα άτομο άνθρακα μπορεί να παραμένει μόνο μερικά δευτερόλεπτα στους πνεύμονές μας, ένα άλλο ορισμένες ώρες στο πεπτικό μας σύστημα, μερικά παραμένουν χρόνια ως δομικά στοιχεία των ιστών μας, άλλα αρκετές χιλιάδες χρόνια στο χώμα και τα περισσότερα αποθηκεύονται εκατομμύρια χρόνια στα πετρώματα.
Το σύνολο των κυττάρων του σώματός μας ανανεώνονται πλήρως κάθε επτά χρόνια. Το 98% των πρωτεϊνών του εγκεφάλου μας ανακυκλώνεται κάθε μήνα, ενώ το πάγκρεας αντικαθιστά τα περισσότερα κύτταρά του κάθε είκοσι τέσσερις ώρες. Τα πάντα ανακυκλώνονται και μεταβάλλονται διαρκώς στο σώμα μας, και όμως ως σύνολο παραμένουμε οι ίδιοι. Γενικά, στο γήινο σύστημα οι ανακυκλώσεις χημικών στοιχείων και ενώσεων στα επιφανειακά στρώματα του φλοιού διαρκούν συνήθως λίγα ως και αρκετές δεκάδες εκατομμύρια χρόνια, ενώ οι μεγάλης κλίμακας ανακυκλώσεις υλικών στο σύνολο του φλοιού και του άνω μανδύα, με τη διεργασία των λιθοσφαιρικών πλακών, ξεπερνούν τα 150 εκατομμύρια χρόνια.
Αντίστοιχα 5-6 δισεκατομμύρια τόνοι αζώτου (N) και 750 περίπου εκατομμύρια τόνοι φωσφόρου (P) «αλλάζουν χέρια» κάθε χρόνο σε παγκόσμια κλίμακα. Το 99% αυτής της ποσότητας του φωσφόρου και το 87% του αζώτου «περνά» κάθε χρόνο μέσα από τους ζωικούς οργανισμούς. Εδώ βλέπουμε μια συνεχή και γρήγορη ροή μεταξύ της «ανόργανης» ατμόσφαιρας και της ζωντανής ύλης δύο θεμελιωδών στοιχείων της ζωής.
Ο Ξενοφάνης, γκραβούρα του 17ου αιώνα_wikipedia
Ο Ξενοφάνης, γκραβούρα του 17ου αιώνα_wikipedia
Ας προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε την πορεία ενός στοιχείου, που δεν είναι τόσο διαδεδομένο στους οργανισμούς, όπως ήταν τα προηγούμενα, ενός ιχνοστοιχείου, του σιδήρου, που είναι όμως απαραίτητο για την καλή λειτουργία των φυτών και ζώων. Για τα θηλαστικά και για τον άνθρωπο φυσικά, είναι πολύ ουσιαστικό στοιχείο της αιμοσφαιρίνης του αίματος. Ο σίδηρος δεν είναι επίσης από τα στοιχεία που βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες στα πυριτικά πετρώματα του φλοιού. Κατά μέσο όρο τα οξείδιά του (μονοξείδιο FeO2 και τριοξείδιο Fe2O3) δεν ξεπερνούν το 7% στα πυριγενή πετρώματα, για παράδειγμα στους γρανίτες και τους ηφαιστίτες. Συνολικά στο στερεό φλοιό βρίσκεται σε περίπου 5% και στο σύνολο της Γης σε 35%. Αντίθετα ο σίδηρος είναι άφθονος στο εσωτερικό του πλανήτη, αφού ο πυρήνας του πιστεύουμε ότι αποτελείται κυρίως από σίδηρο και νικέλιο. Οι μικρές ποσότητες σιδήρου που έφτασαν από το εσωτερικό και εγκλωβίσθηκαν σε επιφανειακά πετρώματα οξειδώθηκαν από το οξυγόνο της ατμόσφαιρας, διαλύθηκαν στα νερά και απειροελάχιστες ποσότητές του πέρασαν στα φυτά και στα ζώα, ενώ μετά την αποσύνθεσή τους γυρίζουν πάλι στο χώμα, στο νερό και στον κύκλο της ζωής και των πετρωμάτων.
Ο φυσικός σίδηρος είναι μίγμα τεσσάρων σταθερών ισοτόπων του. Θεωρείται θεμελιώδες στοιχείο για τα σιδηροβακτήρια, ενώ αντίθετα αν και είναι ιχνοστοιχείο για τα σπονδυλωτά ζώα, είναι απαραίτητος για το αίμα και τα αναπνευστικά φαινόμενα των κυττάρων. Με τη μορφή μιας χημικής ένωσης, της αιμογλοβίνης, βρίσκεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια, καθώς επίσης και σε κυτταρικά ένζυμα. Ως ποσότητα ισοδυναμεί με 5 περίπου γραμμάρια σε κάθε κιλό του βάρους των ζωικών οργανισμών κατά μέσο όρο, ενώ στον άνθρωπο είναι περίπου 4,5 γραμμάρια, αποτελώντας το 4‰ του βάρους του. Ο άνθρωπος χρειάζεται κάθε μέρα 10 έως 20 χιλιοστά του γραμμαρίου σιδήρου, τα οποία προσλαμβάνει από χόρτα και κρέας ή αυγά άλλων ζώων. Από τις τεράστιες ποσότητες σιδήρου του εσωτερικού της Γης, τελικά στην επιφάνεια της βρίσκονται σχετικά μικρές και απειροελάχιστες ποσότητές του που ανακυκλώνονται στα έμβια όντα, αποτελεί όμως ένα στοιχείο της ανόργανης γης, ζωτικής σημασίας για τους ζωντανούς οργανισμούς.
Master Zhuang and a frog
Master Zhuang and a frog_wikipedia
Η ύλη από την οποία συγκροτείται η διαρκώς ανανεώσιμη ζωή έχει ανακυκλωθεί πάρα πολλές φορές, τόσο στην επιφάνεια όσο και στο εσωτερικό της Γης, ώστε να υπάρχει μια διαρκής αμφίδρομη σχέση «ανόργανης» και «οργανικής» ύλης. Ο Vernadsky αποκαλούσε τη ζωή «διασπορά πετρωμάτων» επειδή την έβλεπε ως χημική διαδικασία που μετέτρεπε τα πετρώματα σε εξαιρετικά δραστήρια ύλη, δηλαδή σε έμβια όντα, και το αντίθετο, έβλεπε τους ζωικούς οργανισμούς να μετατρέπονται σε «ανόργανη» ύλη, σε έναν αέναο κύκλο. Τα φυτά και τα ζώα, όταν δημιουργήθηκαν, είχαν μέσα τους τη «γεώδη ουσία», κατά τον Δημόκριτο. «Ο ατέλειωτος κατάλογος των νεκρών όλων των πλασμάτων, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων, είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα της αδιάκοπης ανανέωσης της ζωής» σύμφωνα με μια αποστροφή του βιοχημικού Lovelock. Πριν από αυτόν, κατά το 17ο αιώνα, ο γιατρός και θεμελιωτής της στρωματογραφίας N. Steno διατυπώνει κάτι ανάλογο στις σημειώσεις του για το Χάος, επηρεασμένος από τον αριστοτελικό «Κόσμο», τον Καρτέσιο και τον Παράκελσο,: «Χάος είναι το μυστήριο του κόσμου, το νεκρό σώμα επιστρέφει στο χώρο δημιουργίας του, στο χάος του αέρα και του ανώτερου και κατώτερου στερεώματος». Ίσως εδώ o αέρας να θεωρείται με τη μεταφυσική του σημασία, αφού ο Steno έβλεπε πίσω από όλα τα πράγματα μια θεϊκή δύναμη. Ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος από τον 6ο π.Χ. αιώνα ακόμη πολύ εύστοχα γράφει σε ποίημά του, «…εκ γαίης πάντα και εις γην πάντα…». «Γη ει και εις Γην απελεύσει……..πάλιν εις γην εξ ης ελήφθη, κατεδίκασας επιστρέφειν…» σύμφωνα με τον θαυμάσιο βυζαντινό ψαλμό της ορθόδοξης νεκρώσιμης ακολουθίας. O Κινέζος φιλόσοφος Chuang Tzu αναρωτιέται: «Όταν τα κόκαλα και το σώμα μου επιστρέψουν στη ρίζα από την οποία προήλθαν και το πνεύμα περάσει από την πύλη του καθρέπτη, τι θα απομείνει από μένα;».
Ο συνδυασμός γένεσης και φθοράς προβλημάτισε την πρώιμη ελληνική φιλοσοφία, δείγμα της οποίας αποτελεί η φράση του Αναξίμανδρου «εξ ων δε η γένεσις εστί τοις ούσι και φθοράν ες ταύτα γίνεσθαι», δηλαδή εκείνα από τα οποία γεννήθηκαν τα πράγματα, είναι τα ίδια με αυτά στα οποία αποσυντίθενται. Ουσιαστικά, τους προβλημάτισε η αντιμετώπιση του φιλοσοφικού προβλήματος της αρχής, δηλαδή το αρχικό υλικό των πάντων από το οποίο αρχίζουν και στο οποίο αποσυντίθενται και συνεχίζουν εξελικτικά έναν αέναον κύκλο, όπως περιγράφει ο Αριστοτέλης τον προβληματισμό των Ιώνων φιλοσόφων. Ο στοχασμός αυτός φτάνει στο αποκορύφωμά του με τα άτομα του Δημόκριτου και συνεχίζει ουσιαστικά με τους επικούρειους για να αναζωπυρωθεί, να τεκμηριωθεί και να ξεπεραστεί από τη σύγχρονη φυσική. Δεν αποτελεί έκπληξη το να συλλογίζονται οι πρώτοι φιλόσοφοι για την προέλευση των πραγμάτων. Αυτό ήταν ένα παραδοσιακό θέμα των κοσμολογιών και των μύθων.
Chief Seattle (drawing) _ University of Washington_Digital Libraries
Η φύση διαλύει το καθετί «εις τα εξ ων συνετέθη», αλλά δεν το φτάνει έως το μηδέν. Κατά τον Αναξαγόρα και τους ατομικούς τα πράγματα αποτελούνται από τα ίδια άφθαρτα στοιχεία από τα οποία δημιουργούνται και στα οποία καταλήγουν. Τίποτα δεν γεννιέται και τίποτα δεν πεθαίνει κατά τον Εμπεδοκλή, ενώ κατά τον Ηράκλειτο τίποτα δεν χάνεται κατά τη διαδικασία του μετασχηματισμού, απλώς αλλάζει μορφή. Οτιδήποτε παλιό γίνεται καινούριο πάλι. Το τέλος μιας ζωής είναι η απαρχή μιας άλλης, άρα δεν υπάρχει αρχή και τέλος. «… Είμαστε ένα μέρος της γης, κι αυτή πάλι ένα κομμάτι από μας…η γη δεν ανήκει στον άνθρωπο, ο άνθρωπος ανήκει στη γη…» διατύπωνε ο αρχηγός των Ινδιάνων Σιάτλ στην περίφημη «οικολογική» διακήρυξη του 1854. Γη, «το οικητήριον των ανθρώπων» κατά τους στωικούς, όπου ένας μικρός ένοικος αυτού του κόσμου είναι ο άνθρωπος. Δεν είμαστε απλώς όντα που ζουν πάνω στη Γη, είμαστε κομμάτι του γήινου συνόλου, είμαστε της Γης. «Για τον Ηράκλειτο ο άνθρωπος είναι ένα όλο κι αυτό το όλο είναι απόσπασμα του μεγάλου Όλου», κατά τη διατύπωση του Κώστα Αξελού.
Κάθε πράγμα προέρχεται, συντηρείται και επιστρέφει πάλι στη Γη. «Το να ζω σημαίνει να δανείζομαι», σύμφωνα με τον Chuang Tzu. Στη φράση του Νίκου Καζαντζάκη «ερχόμαστε από μια άβυσσο, τη μήτρα, καταλήγουμε σε μια άλλη, το μνήμα» (Ασκητική) μπορούμε να προσθέσουμε ότι ερχόμαστε από τη μήτρα της ίδιας της Γης και καταλήγουμε στην ίδια άβυσσο, τη Γη, όπου «ουδέν υπό της φύσεως γίνεται μάτην». Είμαστε «στοιχεία», «μόρια», «παιδιά» αυτού του καταπληκτικού πλανήτη, αέναοι και αιώνιοι ως ύλη; Ποια αθανασία αναζητούμε ακόμη; Μήπως εκείνη του εγωκεντρικού μας προτύπου; Τα χημικά στοιχεία του οργανισμού μας είναι δανεικά. Προέρχονται από το ανόργανο περιβάλλον της μάνας Γης, ήταν κάποτε στοιχεία του αέρα, της γης, άλλων οργανισμών, φυτών, «τεράτων», λουλουδιών, σκουληκιών, πεταλούδων, κοραλλιών, οπωσδήποτε βακτηρίων, ψαριών ή δεινοσαύρων, στοιχεία του νερού, του εδάφους και των πετρωμάτων, συγκροτούν για μικρό χρονικό διάστημα τους οργανισμούς μας και σύντομα επιστρέφουν στον κύκλο τους, όπου άλλοι αγέννητοι οργανισμοί τα περιμένουν για να συνεχίσουν και εκείνοι με τη σειρά τους την πρόσκαιρη, διατονική πορεία τους. Πορεία μικρή, «φθαρτή» της διαρκώς μεταβαλλόμενης αθάνατης ύλης, ο μετασχηματισμός του Ηράκλειτου. Αν κατανοήσουμε πραγματικά και ουσιαστικά το μεγαμηχανισμό αυτό της φύσης, που εκτυλίσσεται αδιάκοπα μπροστά στα μάτια μας, θα δικαιώσουμε τους επικούρειους, γιατί μέσα από μια αντίστοιχη γνώση και φιλοσοφία δεν υπολόγιζαν το θάνατο και ανέπτυσσαν μια διαφορετική αντίληψη για τη ζωή και την ποιότητά της μακριά από αυτόν.
Ο Επίκουρος και οι μαθητές του μας άφησαν ένα παντοτινό μήνυμα αισιοδοξίας. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θεωρούμε το θάνατο απαραίτητο και ουσιαστικό στοιχείο της ζωής, έναν ακόμη κρίκο της, ένα σταθμό μεταλλαγής της ύλης. Χωρίς θάνατο δεν υπάρχει ζωή. Το μεγαλείο της ζωής έγκειται στο ότι είναι εφήμερη για τα άτομα, τους μεμονωμένους οργανισμούς, αλλά είναι διαρκής στο διάβα του χρόνου. Ο εγωισμός μας, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και κυρίως ο πλούσιος συναισθηματικός μας κόσμος δεν μας επιτρέπουν να δούμε το θάνατο από αυτή την πλευρά. Ο θάνατος είναι στιγμιαίος, η θνητότητα είναι το τίμημα της ατομικότητας, η ζωή έχει συνέχεια. Θα μπορούσαμε έτσι να αναφωνήσουμε τη φαινομενικά αντιφατική φράση του ποιητή «Ζήτω ο θάνατος». Αντιφατική γιατί; Μπορούμε να ευχόμαστε καλή συνέχεια στο θάνατο; Ναι, γιατί είναι το στιγμιαίο φαινόμενο της τερματικής κατάστασης μιας δομικής συγκρότησης της ύλης και ταυτόχρονα η αρχή μιας άλλης. Είναι ταυτόχρονα τέρμα και αφετηρία. «Δεν θα πάψουν ποτέ τα πράματα να γεννιούνται το ένα από άλλο …η ζωή δεν δίνεται σε κανέναν για να την έχει για ιδιοκτησία, δίνεται μόνο για πρόσκαιρη χρήση ….πριν απ’ όλα, αφού το σώμα της γης και οι ανάλαφρες πνοές του αέρα και το νερό που κυλάει και ο καπνός της φωτιάς, είναι όλα από ύλη που γεννιέται και πεθαίνει, θα πρέπει να στοχαστούμε πως και ολάκερου του κόσμου η φύση είναι παρόμοια…. βλέπω να χάνονται και να ξαναδημιουργούνται τεράστια μέρη του κόσμου ετούτου,….», (Επίκουρος-Λουκρήτιος). Ο επικούρειος Λουκρήτιος δίνει μάλιστα και μια άλλη καταπληκτική απάντηση για την αιώνια ανθρώπινη προσδοκία της ανάστασης των νεκρών, με την ακόλουθη υπόθεση. «Αν ο χρόνος», γράφει στο ποίημα του για τη Φύση, «συνάθροιζε πάλι όλα τα υλικά από τα οποία είμαστε φτιαγμένοι, αρκετά χρόνια μετά το θάνατό μας και “ξαναζωντανεύαμε”, τότε το γεγονός αυτό δεν θα μας άγγιζε, δεν θα είχε καμιά σημασία, γιατί θα είχε χαθεί το νήμα της μνήμης», στην πραγματικότητα θα είχε χαθεί το νήμα της ζωής μας.
Αρχαίες και νέες θρησκείες επένδυσαν στον ανθρώπινο φόβο του θανάτου και πρότειναν τρόπους απελευθέρωσης από αυτόν, γιατί μας διακατέχει όλους μας. Το άγνωστο γεννά πάντα φόβο. Η σύγχρονη ψυχολογία περιπλανήθηκε στα άδυτα των αδύτων της ανθρώπινης ψυχής, καθόρισε ως στάδιο ωριμότητας του ανθρώπου τη συνειδητοποίηση και την αποδοχή του θανάτου, πρότεινε και συνεχίζει να προτείνει μεθόδους απελευθέρωσής μας απ’ αυτό το φόβο. Η φυσική επιστήμη, όσο περισσότερο και πιο βαθιά κατανοεί τις διεργασίες της φύσης, προσφέρει τα εφόδια της σκέψης για μια πιο ξεκάθαρη αντιμετώπιση της ζωής και των ορίων της, αρχή και τέλος, συνέχεια και άπειρο, πέρα από δεισιδαιμονίες και ιδεολογικό-θρησκευτικές απλουστεύσεις και περιορισμούς.
«….η φύση διαλύει το καθετί εις τα εξ ων συνετέθη, αλλά δεν το φθάνει μέχρι το μηδέν. Αν ένα σώμα ήταν ολοκληρωτικά φθαρτό, το καθετί θα μπορούσε να εξαφανίζεται από τα μάτια μας και να παύει να υπάρχει και δεν θα χρειαζόταν καμιά δύναμη να προκαλέσει το χωρισμό των μερών του και να διαλύσει ό,τι το κρατά συνεκτικό. Αλλά αφού και τα αιώνια στοιχεία (τα άτομα) συνθέτουν το κάθε πράγμα, αν δεν έρθει κάποια δύναμη που με το χτύπημα της θα το κομματιάσει ή θα εισχωρήσει ανάμεσα στα κενά του να το αποσυνθέσει, η φύση δεν αφήνει να φανεί το τέλος κανενός», αύτη είναι η ουσία της Δημοκρίτειας και Επικούρειας φιλοσοφίας.
Από τους προ-Σωκρατικούς και την αναγέννηση της σύγχρονης επιστήμης στην σιωπηλή επιστημονική επανάσταση του Vernadsky, στο κτίσιμο της τελευταίας γεώσφαιρας του πλανήτη μας της Νοόσφαιρας διανύθηκε μακρύς δρόμος. Η συνέχεια διαφαίνεται συναρπαστική, ενδιαφέρουσα, πιθανώς επώδυνη με σημαντικές διακυμάνσεις και απροσδιόριστη πορεία. Κατά τον Κ. Αξελό «Προ αμνημονεύτων χρόνων, εγνωσμένα ή ανεπίγνωστα, η ανθρωπότητα άρχισε να αναζητά το μυστικό του ‘είναι’ και το κύβευμα του ‘γίγνεσθαι’. Δρώσες λέξεις-κλειδιά έχουν αρθρωθεί και πήραν το δρόμο τους. Το ίδιο το επέρχεσθαι δεν μπορεί να εκτιναχθεί ούτε στο παρόν ούτε στο μέλλον. Προκαλεί και περικλείει ερωτήματα και απαντήσεις, ερμηνείες και δράσεις που παραμένουν όλες σε εκκρεμότητα …..Αυτό που επέρχεται δεν είναι ούτε κάποιος –θεός ή άνθρωπος– ούτε κάτι. Και το να πούμε ότι αυτό που επέρχεται, επέρχεται συστήνει μια βουβή ταυτολογία. Αυτό που επίκειται διαφεύγει των προσεγγίσεών μας που το επαναπροσεγγίζουν. Εκκρεμεί και μας κρατά σε εκκρεμότητα. Περισσότερο κι από αινιγματικός ο λόγος αυτός είναι καταφατικός». (Από το τελευταίο βιβλίο του Κ. Αξελού με τίτλο Ce qui advient- Αυτό που επέρχεται)(via)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου